Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Το σωστό φίτ.

Έχεις νιώσει ποτέ πως κάτι επιτέλους χώρεσε μέσα στον εγκέφαλό σου?
Διάφορες διάχυτες πληροφορίες προς επεξεργασία καιρό τώρα επιτέλους πήραν ακριβώς το σχήμα του εγκεφάλου σου. Άλλωστε πως μπορείς να χωρέσεις μικρά κυβάκια μέσα σε ένα μεγάλο κυλινδρικό βάζο,
Πάντα θα αφήνει κενά.
Τι γίνεται όμως όταν η συνισταμένη πληροφορία εντελώς τυχαία επιτέλους τα κατάφερε και χώθηκε?
Είναι βίαιο φίτ.
Είχε πλάκα γιατί τόσο καιρό απλά βάζω και βγάζω κυβάκια στο κεφάλι μου, πληροφορίες, συνειδητοποιήσεις ολοένα σε έναν ατέρμονο αγώνα με τον εαυτό μου, αγώνα ποίος να νικήσει τι και ποίον ακριβώς άγνωστο. Ποιός θα βγεί καλύτερος απο αυτό επίσης άγνωστο. Ίσως αυτός που εκπαιδεύεται θα μου απαντήσεις ορθά.

Ίσως να φταίει η σωστή η ώρα που λένε. Που ποιος ξέρει τι στο καλό κάνει και αργοπορεί συνέχεια. Ή πάντα την χάνω επειδή να χω μεθύσει πάλι και να μη λειτουργώ.

Μιλάω για συνειδητοποιήσεις ενώ το σχήμα ήταν περίπλοκο. Αυτό ήταν. Το σχήμα έφταιγε πάντα. Σιχαίνομαι τα σχήματα.

Τότε οι συνειδητοποιήσεις είναι απλά ιδέες. Ωφέλιμες, βίαιες, προσαρμοσμένες, βολικές, ότι είναι.

Πόσο ικανοποιητική κι ελπιδοφόρα η στιγμή που χωράνε όλα στο κεφάλι σου. Η μέγα συνειδητοποίηση που όντως είναι συνειδητοποίηση ρε. Νομίζω τη καταλαβαίνεις επειδή δεν έχεις τίποτα άλλο να σκεφτείς ή να αναλύσεις πια. 
Το σωστό φίτ θα το λέω.

Δευτέρα 20 Απριλίου 2020

Γίνανε τα φαντάσματα τουλάχιστον καλοί μου φίλοι.

Σήμερα φαντάστηκα πάλι κάτι. Πόσο πλάκα έχει να φαντάζεσαι.
Φαντάστηκα τις στιγμές που φανταζόμουν πιο παλιά, τις στιγμές που ακόμα και η λέξη φαντασία δεν αγγίζει το φανταστικό.
Μια λέξη για αυτό ποιος θα μου βρει?
Τι δικαιούμαστε άραγε να φανταστούμε όταν όλα όσα φανταζόμασταν απέχουν από εμάς πια?
Θυμάμαι να κλείνω τα μάτια μου και να φαντάζομαι κάτι που με πολύ προσπάθεια θα μπορούσε να συμβεί.
Όταν σε μια ενεργή κατάσταση η φαντασία δεν έκανε κακό. Απλά έκανε τα σενάρια της να γεμίσει τις τρύπες του πραγματικού.
Όταν σε μια ανενεργή κατάσταση συμβαίνει αυτό? Ποιος ο σκοπός της φαντασίας?
Είναι εκεί να σου πετάει υπονοούμενα για όσα δεν γίνανε.
Είναι εκεί να σε κοπανάει με το ίδιο σου το φτυάρι που εσύ της το έδωσες λίγο να ξαποστάσεις ρε παιδί μου.
Το μόνο που είχα ήταν να φαντάζομαι. 
Και τώρα με τα φαντάσματα να κάνουμε παρεάκι καλό και να αναφερόμαστε συχνά στο τι να ναι αυτό που έφταιξε.
Γίνανε τα φαντάσματα τουλάχιστον καλοί μου φίλοι.
Πιο καλοί κι από ότι φαντάστηκα πως ήσουν εσύ.
Κάτι είναι κι αυτό.



Τετάρτη 8 Απριλίου 2020

"Χωρίς θορύβους κι αντίλαλους."

Έχεις έρθει ποτέ σε μια θέση που νομίζεις πως όλα πάγωσαν?
Δεν υπάρχουν φωνές, δεν υπάρχουν αισθήσεις, δεν υπάρχει βαρύτητα, δεν υπάρχει παρόν.
Άλλωστε το παρόν πάντα διαρκεί λίγο θα μου πεις. 
Πως είναι αυτές οι στιγμές, μπορούν να οριστούν κι αν ναι, ποια τα χαρακτηριστικά τους? 
Υπάρχουν κάποιες στιγμές που η δράση που μπορείς να πάρεις, τα λόγια ή οι σκέψεις παγώνουν. Μοιάζει σαν νόημα να μην έχουν οι ίδιες και να καταβάλλεται προσπάθεια για να βρεθεί ντε και καλά.
Είναι αξιόλογα παράξενο το να βρίσκεσαι σε μια τέτοια στιγμή, σχεδόν παράλογο εφόσον το σύστημα αναφοράς της στιγμής είναι η ίδια η εμπειρία της στιγμής.
Όταν μια εμπειρία λέμε πως παγώνει είναι μάλλον αυτή που ούτε κάνεις κάτι, ούτε σου φαίνεται ικανό να κάνεις κάτι, ούτε υπάρχει συναίσθημα ορισμού ή έστω κάποιο δείγμα αποθέματος του συναισθήματος για το ότι προηγήθηκε.
Επίσης υπάρχει πλήρης άγνοια για το τι έπεται.
Άρα δεν έχεις τίποτα πίσω να περιμένει και τίποτα μπροστά να προσδοκά.

Ίσως αυτές οι στιγμές να είναι αυτές που συνδέουν τις προηγούμενες με τις επόμενες αλλά να έχει παίξει κάποιου είδους σφάλμα στο σύστημα και να τις άφησε κενές.
Συνήθως είναι αυτές οι στιγμές που ενώνουν τη ζωή με το θάνατο κυριολεκτικά ή μεταφορικά. 

Βουβές στιγμές. Χωρίς θορύβους κι αντίλαλους.
Σπάνιες στιγμές.

Δευτέρα 6 Απριλίου 2020

"Να φεύγεις"

Σε κάθε μεγάλη απόφαση που καλείσαι να πάρεις, έρχεσαι αντιμέτωπος με αυτό το γαμημένο κομβικό σημείο.
Το σημείο με τις διακλαδώσεις. Το σημείο παράνοιας και πολλαπλών φωνών, βαλτές να σε διχάζουν. Να ουρλιάζουν και να ψιθυρίζουν. Να σε τρελαίνει η ηχώ τους.
Η απλά "Θα κάνω καλά. δεν θα κάνω καλά?"
Ο καιρός πάντα προχωράει κι η ζωή εξελίσσεται με ένα τρόπο που μόνο μάταιος δε θα σου φανεί και το ξέρεις. Αλλά τώρα δεν το βλέπεις. Κι αυτό το ξέρεις.
Όταν είσαι κοντά στην απόφαση λίγο πριν παρθεί η λίγο μετά οι σκέψεις τύπου, "Τι έχασα που δεν ήθελα? Τι κέρδισα που ήθελα?"
Καταμέτρηση προσωπικών ηττών και νικών.
Κάποιες φόρες σκέφτομαι πως γυρνώντας πίσω στο σημείο που ξεκίνησες μόνο βρίσκεις την αλήθεια, η έστω μια επιλεγμένα τυχαία αλήθεια βασισμένη στην εκάστοτε συνθήκη μέσα σου.
Το σημείο είναι το κρεβάτι σου ίσως, η πόλη που μεγάλωσες, το παγκάκι δίπλα στο ποτάμι, εκείνο που πάντα σου πρόσφερε απλόχερα την ιδέα του "να φύγεις" από κάτι άλλο πιο παλιά.
Όταν όλα λοιπόν σε σπρώχνουν, όλα σε απωθούν, τι κάνεις?
Φεύγεις?
Μα πως γίνεται όλα να πάνε στραβά? Είναι η βαρύτητα που δίνω, η απογοήτευση που νιώθω? Η αδικία που βράζει και ταράζει το καλό μου?

Να φεύγεις. Να φεύγεις εσύ. Να φεύγεις όταν κλείνεις τα μάτια σου και μπορείς ακόμα να κάνεις όνειρα. Να φεύγεις αν έστω κι ακόμα ένα ψήγμα οποιασδήποτε ελπίδας σου κάνει εμμονικά νοήματα. Όταν υπάρχει κάτι που σε ξεκουφαίνει, παλεύει για να καταφέρει να επιβιώσει.

Κι αν φύγεις τι έσωσες? Εσένα? Τη τιμή σου? Τη πίστη σου? Χα.
Έσωσες ένα μικρο κομμάτι σου.
Άλλα δεν έφυγες για να το σώσεις. Δεν φεύγεις για να σώσεις κάτι. Φεύγεις για να καλλιεργήσεις αυτό που έμεινε ζωντανό απ'τη φωτιά.


Αυτό που δεν πρόλαβες να χάσεις ακόμα.


Ας προσέξουμε το εν δυνάμει καλλιεργήσιμο σου απομεινάρι.
Αυτό έχεις και μια απόφαση. 
Να φεύγεις.